Η στένωση των νεφρικών αρτηριών μπορεί να οδηγήσει σει σε αύξηση της αρτηριακής πίεσης, νεφρική δυσλειτουργία και ανεπάρκεια.
Η στένωση νεφρικής αρτηρίας είναι συχνή σε ασθενείς με αθηρωσκλήρυνση και είναι η πιο συχνή αιτία δευτεροπαθούς αρτηριακής υπέρτασης.
Αίτια στένωσης της νεφρικής αρτηρίας είναι η αθηρωμάτωση και η ινομυώδης δυσπλασία.
Στην ετερόπλευρη στένωση, η ελάττωση της ενδονεφρικής αρτηριακής πίεσης προκαλεί την έκκριση ρενίνης από τον προσβεβλημένο νεφρό, η οποία διεγείρει την έκκριση της αγγειοτενσίνης ΙΙ. Αυτή προκαλεί αγγειοσύσπαση και αύξηση της κατακράτησης νερού και αλάτων, οπότε αυξάνεται η συστηματική πίεση. Το κλινικό αποτέλεσμα είναι συνήθως το οξύ πνευμονικό οίδημα.
Συνέπειες στένωσης νεφρικής αρτηρίας η συμφορητική καρδιακή ανεπάρκεια, το αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο, ο δευτεροπαθή αλδοστερονισμός, η δευτεροπαθής υπέρταση.
Η διάγνωση της στένωσης των νεφρικών αρτηριών γίνεται ανώδυνα με εξετάσεις αίματος και triplex νεφρικών αρτηριών. Σε ορισμένες περιπτώσεις απαιτείται αξονική αγγειογραφία, μαγνητική αγγειογραφία ή ψηφιακή αγγειογραφία.
Πηγές
Sinclair AM, Isles CG, Brown I, et al. Secondary hypertension in a blood pressure clinic Arch Intern Med 1987; 147: 1289-1293.
Mann SJ, Pickering TG. Detection of renovascular hypertension. State of the art: 1992. Ann Intern Med 1992; 117: 845-853. 3. Bijlstra PJ, Postma CT, de Boo T, Thien T. Clinical and biochemical criteria in the detection of renal artery stenosis. J Hypertens 1996