Οι διαταραχές που οφείλονται σε ελλειμματική ανοσία ονομάζονται ανοσοανεπάρκειες.
Οι συγγενείς ανοσοανεπάρκειες προκαλούνται από γενετικές ανωμαλίες που οδηγούν στη παρεμπόδιση της ωρίμανσης ή της λειτουργίας κυττάρων του ανοσοποιητικού συστήματος.
Εμφανίζουν λοιμώδεις επιπλοκές με διάφορες εκδηλώσεις νοσημάτων.
Ορισμένα νοσήματα οδηγούν σε υψηλή ευπάθεια σε λοιμώξεις που εκδηλώνονται σύντομα μετά τη γέννηση και μπορεί να αποβούν και θανατηφόρες, ενώ σε άλλες περιπτώσεις τα νοσήματα αυτά προκαλούν ευαισθησία σε ήπιες λοιμώξεις που εκδηλώνονται σε όλη τη ζωή.
Πολλές φορές αποτελούν επίσης την αιτία αλλεργικών ή και αυτοάνοσων νοσημάτων.
Ο εργαστηριακός έλεγχος αρχικά μπορεί να περιλαμβάνει, τον γενετικό έλεγχο, την ηλεκτροφόρηση πρωτεϊνών ορού, τον ποσοτικό προσδιορισμό ανοσοσφαιρινών, τον ποσοτικό προσδιορισμό των υποτάξεων IgG, την τιτλοποίηση των αιμοσυγκολλητινών , τον έλεγχο της αντισωματικής απάντησης, τον προσδιορισμός του απολύτου αριθμού του συνόλου των λεμφοκυττάρων, τη μέτρηση C3, C4, CΗ50.
Πηγές
David Male, Jonathan Brostoff, David Both, Ivan Roitt, Immunology 7th edition, Elsevier Ltd,
2006
Janis Kuby, Immunology 3rd edition, WH Freeman & Company, 1994