Μικροβιακή Αντοχή

Η χρήση της αντιμικροβιακής θεραπείας αν και έχει δώσει λύση σε πολλά προβλήματα υγείας, έχει και κάποιες δυσμενείς συνέπειες για τους ασθενείς. Όπως και με κάθε άλλη θεραπεία, είναι δυνατόν να παρατηρηθούν παρενέργειες. Η υπερβολική και αλόγιστη χρήση των αντιβιοτικών φαρμάκων, μπορεί να οδηγήσει στην επιλογή αντοχής για τον μικροβιακό πληθυσμό που προκαλεί τη λοίμωξη.Οι πιθανές παρενέργειες από τη χρήση των αντιβιοτικών είναι ποικίλες.

Τα δυσμενή αποτελέσματα μπορούν να κυμανθούν από τον πυρετό και τη ναυτία έως σημαντικές αλλεργικές αντιδράσεις, που στην πιο αθώα τους μορφή εκδηλώνονται με κάποιο δερματικό εξάνθημα και φαγούρα και στην πιο σοβαρή με αλλεργικό αναφυλακτικό σοκ που μπορεί να είναι θανατηφόρο. Άλλες παρενέργειες είναι οι βλάβες των νεφρών, του συκωτιού, του αίματος και των νεύρων.

Στην Ευρώπη, λοιμώξεις από ανθεκτικά μικρόβια συσχετίζονται με 25.000 θανάτους και 1.5 δισεκατομμύρια ευρώ κόστος λόγω εξόδων νοσηλείας και απωλειών παραγωγικότητας ετησίως.

Η Ελλάδα συγκαταλέγεται στις ευρωπαϊκές χώρες με τα υψηλότερα επίπεδα μικροβιακής αντοχής κυρίως στον νοσοκομειακό χώρο, ενώ είναι πρώτη στη συνολική κατανάλωση αντιμικροβιακών παραγόντων. Όσον αφορά την κοινότητα, τα κυριότερα παθογόνα, η αντοχή των οποίων σε βασικές κατηγορίες αντιβιοτικών είναι σημαντική, είναι ο Steptococcus pneumoniae και η E.coli.

Τα αντιβιοτικά δεν είναι παυσίπονα και πριν από τη χορήγηση οποιουδήποτε αντιβιοτικού φαρμάκου θα πρέπει οπωσδήποτε να διαπιστωθεί κλινικά και εργαστηριακά η ύπαρξη μικροβιακής λοίμωξης.

Για τη χορήγηση επομένως του κατάλληλου αντιμικροβιακού μετά την απομόνωση των περισσότερων βακτηρίων από κλινικά δείγματα είναι απαραίτητος ο προσδιορισμός της ευαισθησίας στα αντιβιοτικά.

Η δραστικότητα των αντιβιοτικών κατά του μικροβίου που απομονώνεται από κάποιον ασθενή ελέγχεται με μια εργαστηριακή, μικροβιολογική, τεχνική, το αντιβιόγραμμα.

Σε κάθε μικροοργανισμό ελέγχουμε προφανώς μόνο τα αντιβιοτικά που περιλαμβάνονται στο φάσμα του.

Με τον όρο μικροβιακή αντίσταση ενός μικροοργανισμού, έναντι ενός η περισσοτέρων αντιβιοτικών, εννοείται η ικανότητα του μικροοργανισμού να εξουδετερώνει, με διάφορους μηχανισμούς, τη δράση του αντιβιοτικού εναντίον του. Αυτό επιτυγχάνεται είτε με την αλλαγή της μεταβολικής αλυσίδας, η οποία αποτελεί το σημείο εκδήλωσης της δράσης του αντιβιοτικού, είτε με την παραγωγή ενζύμων που διασπούν το αντιβιοτικό.

Οι μεταβολές αυτές είναι μόνιμες, αφού πρόκειται για αλλαγές που μεταβιβάζονται στις επόμενες γενεές. Πολλές φορές η αντίσταση που αποκτιέται έναντι ενός αντιβιοτικού αφορά και σε άλλα αντιβιοτικά που διαθέτουν τον ίδιο μηχανισμό δράσης. Το φαινόμενο αυτό αποκαλείται διασταυρούμενη αντίσταση.

Τα αντιβιοτικά έχουν  εκλεκτική τοξικότητα, χωρίς να παραβλάπτουν τη λειτουργία των κυττάρων του μεγαλοοργανισμού. Επίσης διαθέτουν φάσμα δράσης και αναστέλλουν την ανάπτυξη ή καταστρέφουν διάφορα παθογόνα μικρόβια.

Ευρέος φάσματος είναι αντιβιοτικά (τετρακυκλίνες, χλωραμφαινικόλη, ημισυνθετικές πεινικιλλίνες, κεφαλοσπορίνες, σουλφοναμίδες, αμινογλυκοσίδες) που δρουν σε Gram – θετικά και Gram – αρνητικά βακτήρια, μυκοπλάσματα, χλαμύδια κ.α.

Στενό αντιμικροβιακό φάσμα έχουν τα αντιβιοτικά, που δρουν σε περιορισμένο είδος μικροβίων.

Μικροβιοκτόνα είναι τα αντιβιοτικά που προκαλούν γρήγορα το θάνατο των μικροβίων. Διαχωρίζονται σε βακτηριοκτόνα ή μυκητοκτόνα, ανάλογα με τα είδη των μικροοργανισμών που δρουν.

Μικροβιοστατικά είναι αυτά που προκαλούν αναστολή της ανάπτυξης των μικροβίων. Ανάλογα με το είδος του μικροοργανισμού διακρίνονται και εδώ σε βακτηριοστατικά ή μυκητοστατικά.

Οι μέθοδοι προσδιορισμού της ευαισθησίας στα αντιβιοτικά in vitro είναι η μέθοδος διάχυσης των αντιβιοτικών (Kirby-Bauer Disk Diffusion Test) και ο προσδιορισμός της ελάχιστης ανασταλτικής πυκνότητας (MIC).

Kirby-Bauer Disk Diffusion Test: Στη μέθοδο διάχυσης των αντιβιοτικών, δίσκοι εμποτισμένοι με αντιβιοτικό τοποθετούνται στην επιφάνεια θρεπτικού υλικού, στο οποίο ενσωματώνεται κατάλληλο εναιώρημα του υπό μελέτη μικροοργανισμού. Η απάντηση του μικροοργανισμού εκφράζεται με τη δημιουργία ζώνης αναστολής της μικροβιακής ανάπτυξης γύρω από το σημείο τοποθέτησης του δίσκου. Η σύγκριση της μέτρησης της ζώνης αναστολής γίνεται με τις υπάρχουσες τιμές σε ερμηνευτικούς πίνακες του διεθνώς αναγνωρισμένου οργανισμού Clinical Laboratory Standards Institute (CLSI), οι οποίοι έχουν προκύψει κατόπιν συσχέτισης των ζωνών αναστολής με την ελάχιστη ανασταλτική πυκνότητα (MIC) στελεχών. Το αποτέλεσμα είναι ποιοτικό και επιτρέπει την κατηγοριοποίηση του μικροοργανισμού σε ευαίσθητο, μέτρια ευαίσθητο και ανθεκτικό, δίνοντας στον κλινικό γιατρό τη δυνατότητα επιλογής της κατάλληλης θεραπείας. Το αποτέλεσμα δίδεται σε 18-24 h.

Minimum Inhibitory Concentration: Ο προσδιορισμός της ελάχιστης ανασταλτικής πυκνότητας (MIC) στηρίζεται στην έκθεση τυποποιημένου μικροβιακού εναιωρήματος (1-5Χ105 CFU/mL) σε διαφορετικές συγκεντρώσεις του αντιβιοτικού (γίνονται υποδιπλάσιες αραιώσεις του αντιβιοτικού είτε σε σωληνάρια είτε σε πλάκα μικροτιτλοποίησης). Η μικρότερη συγκέντρωση αντιβιοτικού που δεν επιτρέπει την ανάπτυξη του μικροοργανισμού καλείται ελάχιστη ανασταλτική πυκνότητα (MIC – Minimum Inhibitory Concentration). Tο αποτέλεσμα της MIC είναι ποσοτικό και δείχνει τον βαθμό της ευαισθησίας του μικροοργανισμού – ιδιαίτερα απαραίτητο σε λοιμώξεις που απαιτείται μακροχρόνια θεραπεία ή σε περιπτώσεις που απαιτείται παρατεταμένη ή συνεχής έγχυση του αντιμικροβιακού παράγοντα κυρίως σε λοιμώξεις από σχετικά ανθεκτικούς μικροοργανισμούς. Το αποτέλεσμα δίδεται σε 16-20 h.

Μέσα από ένα αντιβιόγραμμα μπορούμε να χαρακτηρίσουμε έναν μικροοργανισμό σε συνάρτηση με την αλληλεπίδραση που έχει με το αντιβιοτικό σκεύασμα.

Ευαίσθητος χαρακτηρίζεται ο μικροοργανισμός που αναστέλλεται από πυκνότητες αντιβιοτικών, οι οποίοι επιτυγχάνονται στο αίμα κατά τη συνήθη θεραπευτική χορήγηση.

Μέτρια ευαίσθητος είναι ο μικροοργανισμός που το αντιβιοτικό είναι αποτελεσματικό σε θέσεις του σώματος που φυσιολογικά συγκεντρώνεται ή όταν υψηλότερη δόση από τη συνήθη είναι δυνατόν να χρησιμοποιηθεί.

Ανθεκτικός είναι ο μικροοργανισμός που δεν αναστέλλεται από πυκνότητες αντιβιοτικών που επιτυγχάνονται συνήθως στο αίμα.

Η χρήση των αντιβιοτικών και όλων των φαρμακευτικών σκευασμάτων, δεν πρέπει να κρίνεται  και να γίνεται αλόγιστα για το καλό μας.

Για οποιαδήποτε χρήση φαρμάκου χρειάζεται να συμβουλευτούμε το γιατρό μας.

Πηγές

file:///C:/Users/NATASA/Desktop/Synoptikh_farmakologia_tomos_I.pdf

ΚΕΝΤΡΙΚΑ ΓΡΑΦΕΙΑ

ΓΑΛΑΤΣΙ: Λεωφόρος Βεϊκου 19

ΥΠΟΚΑΤΑΣΤΗΜΑ

ΚΥΨΕΛΗ: Πλατεία Κανάρη 15

Ακολουθήστε μας

Τα Διαγνωστικά Εργαστήρια Γαλατσίου & Κυψέλης λειτουργούν διαχρονικά με αγάπη για την υγεία και τον άνθρωπο και με σύμμαχο την επιστημονική ιατρική κατάρτιση και τη σύγχρονη τεχνολογία διαθέτουν την εμπειρία που στοχεύει στην ακρίβεια της διάγνωσης και την αξιοπιστία του αποτελέσματος.

Συνεχίζοντας την περιήγηση στο meganalysis.gr, αποδέχεστε τη χρήση cookies.