Η καλπροτεκτίνη ανήκει στην οικογένεια των πρωτεϊνών S100 που δεσμεύουν ασβέστιο και εκκρίνονται κυρίως από ουδετερόφιλα και μονοκύτταρα.
Eίναι ένας αξιόπιστος δείκτης φλεγμονής για τη διάκριση μεταξύ των ασθενών με σύνδρομο ευερέθιστου εντέρου (IBS) και ιδιοπαθή φλεγμονώδη εντεροπάθεια (IBD), με ευαισθησία του 93% και ειδικότητα 96%.
Επίσης μπορεί να προβλέψει τις κλινικές υποτροπές και να εκτιμήσει την ανταπόκριση στη θεραπεία τους.
Η καλπροτεκτίνη αυξάνεται στην νόσο του Crohn, την ελκώδης κολίτιδα, την κοιλιοκάκη, την λοιμώδη γαστρεντερίτιδα, την νεκρωτική εντεροκολίτιδα, τον καρκίνο του παχέος εντέρου.
Μπορεί να μετρήθεί στα κόπρανα με ανοσοχημικές μεθόδους όπως ELISA και ανοσοχρωματογραφία και πρέπει να αποφεύγετε η χρήση των μη στεροειδών αντιφλεγμονωδών για 2 ημέρες πριν τη συλλογή του δείγματος.