Ο επιδερμικός αυξητικός παράγοντας EGF είναι μία πεπτιδική ορμόνη, η οποία απομονώθηκε το 1962 από τον Dr. Stanley Cohen.
Αποτελεί ένα πολυπεπτίδιο που συντελείται από 53 αμινοξέα και δημιουργείται από την διάσπαση ενός μεγαλύτερου πρόδρομου μορίου που ονομάζεται prepro-EGF.
Λειτουργικά ο επιδερμικός αυξητικός παράγοντας συνδέεται με τον υποδοχέα EGRF, ενεργοποιώντας την εγγενή δραστικότητα της τυροσινικής κινάσης και δεσμεύει τον υποδοχέα από το να μεταφέρει σήματα, ελέγχοντας έτσι τον πολλαπλασιασμό, την διαφοροποίηση κα την επιβίωση των κυττάρων.
Με αυτόν τρόπο συμβάλλει τόσο στην φυσιολογική ανάπτυξη, όσο και σε παθοφυσιολογικά γεγονότα όπως η επούλωση των τραυμάτων.
Τα επίπεδα έκφρασης του επίσης διαφέρουν στα διάφορα στάδια της ανάπτυξης.
Ο EGF έχει ανιχνευτεί στο γάλα, το σάλιο, τα ούρα, τον ορό του αίματος, το εντερικό υγρό, το αμνιακό υγρό.
Τα νεφρά είναι η κύρια πηγή της παραγωγής του EGF, και τα ούρα περιέχουν τις υψηλότερες συγκεντρώσεις αυτού.
Πηγές
Carpenter G, Cohen S. Epidermal growth factor. J Biol Chem 1990; 265: 7709– 12.
Carpenter G. Receptors for epidermal growth factor and other polypeptide mitogens. Annu Rev Biochem 1987; 56: 881–914.
Fisher DA, Salido EC, Barajas L. Epidermal growth factor and the kidney. Annu Rev Physiol 1989; 51: 67–80.