Πρωτοπεριγράφηκε το 1609, από μία Γαλλίδα μαία σε δίδυμα, όταν το ένα γεννήθηκε νεκρό με ύδρωπα και το δεύτερο είχε ίκτερο και κατέληξε αργότερα από πυρηνικό ίκτερο.
Οι δύο καταστάσεις συσχετίστηκαν πάλι το 1932, όταν ο Diamond και οι συνεργάτες του, δείξανε ότι ο ύδρωπας και ο πυρηνικός ίκτερος ήταν δύο εμφανίσεις της ίδιας νόσου, κατά την οποία, η αιμόλυση είχε ως αποτέλεσμα την εξωμυελική ερυθροποίηση, οδηγώντας σε ηπατοσπληνομεγαλία και απελευθέρωση ερυθροβλαστών στην κυκλοφορία, μια κατάσταση που ορίστηκε ως ερυθροβλάστωση του νεογνού.
Η αιμολυτική νόσος στο νεογνό οφείλεται στην είσοδο των αντισωμάτων των ομάδων αίματος που κατευθύνονται κατά των εμβρυϊκών ερυθροκυττάρων και προκαλούν την καταστροφή τους.
Σχεδόν οι περισσότερες περιπτώσεις ανήκουν στο σύστημα Rhesus (πιο συχνά αντί-D, σπανιότερα αντί-c ή αντί-E και σπανιότατα άλλων συστημάτων συμπεριλαμβανόμενου και του ΑΒΟ).
Η αυξημένη θνησιμότητα έχει σχεδόν μηδενιστεί με τη διάγνωση πριν από τη γέννηση και την έγκαιρη εφαρμογή αφαιμαξομεταγγίσεων. Με την προφυλακτική χορήγηση αντί-D σφαιρίνης στην Rhesus αρνητική μητέρα (μετά αποβολή ή τοκετό) για την πρόληψη της ανοσοποίησής της η νόσος γίνεται πιο σπάνια.
Πηγές
Flegel WA, Wagner FF. Rhesus Immunisierungsregister (RIR) [The Rhesus Immunization Surveillance]. Ulm, DRK-Blutspendedienst BadenWürttemberg, Ulm 1998
Bowman JM. RhD hemolytic disease of the newborn. N. Engl. J. Med. 339(24):1775-1777, 1998
Diamond LK, Blackfan KD, Baty JM. Erythroblastosis fetalis and its association with universal edema of the fetus, icterus gravis neonatorum and anemia of the newborn. The Journal of Pediatrics 1(3):269-309, 1932
Marsal W. Κλινική Βιοχημεία. Ιατρικές Εκδόσεις Λίτσας, 1998 223. Μεσσήνης ΙΕ, Επίτομη Μαιευτική & Γυναικολογία. MD communications, 2005