Ο VEGF ανήκει στην οικογένεια των Platelet-Derived Growth Factor και εκτελεί τις βιολογικές δραστηριότητες μέσω των διαμεμβρανικών υποδοχέων τις τυροσινικής κινάσης στα ενδοθηλιακά κύτταρα των αγγείων.
Αποτελεί μια βασική, ηπαρινοδεσμευτική, ομοδιμερή γλυκοπρωτεΐνη που έχει τη δυνατότητα να ενεργοποιεί την αγγειογένεση, προκαλώντας συρροή ενδοθηλιακών κυττάρων της μικροκυκλοφορίας και διαμορφώνοντας τελικά σωληνοειδείς δομές με κολλαγόνο.
Επίσης, έχει μιτογόνο δράση στα ενδοθηλιακά κύτταρα και προάγει και τη διαπερατότητα του αγγειακού δικτύου.
Ο bFGF διεγείρει την απελευθέρωση πρωτεολυτικών ενζύμων και την ανάπτυξη ενδοθηλιακών κυττάρων και ινοβλαστών και απελευθερώνει την πλασμίνη, συμμετέχοντας έτσι στη διαδικασία της πρωτεόλυσης.
Ο VEGF παίζει σημαντικό ρόλο σε αρκετές φυσιολογικές διεργασίες, συμπεριλαμβανομένων της δημιουργίας των αγγείων κατά την εμβρυογένεση, της επούλωσης των πληγών, της ωορρηξίας, της εμμήνου ρύσεως, της διατήρησης της αρτηριακής πίεσης και της εγκυμοσύνης.
Πηγές
Stegmann TJ. “FGF-1: a human growth factor in the induction of neoangiogenesis”. Expert Opinion on Investigational Drugs 1998; 7 (12):2011–5.
Ribatti D, Vacca A, Rusnati M, Presta M. The discovery of basic fibroblast growth factor/fibroblast growth factor-2 and its role in haematological maligna